Το ψάρι είχε καταράκτη.
Η τύχη το έμελλε, να βιώσω την απέραντη ικανοποίηση της δοκιμής ψαρευτικών εργαλείων σε ακραίες συνθήκες με την απόλυτη επιτυχία, σε ξένο τόπο.
Βέβαια θα αναρωτιέστε τι? Που και πως?
Γι αυτό ας μην καθυστερώ με δικές μου ασυναρτησίες οι οποίες ίσως οφείλονται απλά στην πρωτόγνωρη εμπειρία μου.
Τόπος Λιμένας φόρτωσης Port Giles, Αυστραλία…
Ημέρα 3η Δεκεμβρίου 2008, ώρα 18:30,
Καιρικές συνθήκες άνεμος νοτιοδυτικός 5-6
Ατμοσφαιρική πίεση 1018 πτωτική με το πέρασμα της ώρας σε αναμονή κακοκαιρίας για την επόμενη.
Πληροφορίες: από τους εργάτες για μεγάλα ψάρια, που για 2 ημέρες όμως, μας αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι….
Τα Πρόσωπα : εγώ, ο Καπτα-Νικόλας, και ο Μπίλλυς….
Η Ιστορία….
Έχοντας ήδη 2 μέρες στην προβλήτα να φορτώνουμε με τα γνωστά σε εμάς προβληματάκια και το σχετικό τρέξιμο, έχουμε αρχίσει να βγάζουμε τα πρώτα φαγκρόπουλα και να έχουμε ζωντανή την ελπίδα για κάτι καλύτερο που όμως δεν έρχεται ούτε το βράδυ, που οι μάχες καλαμαριών και δελφινιών δίπλα στο βαπόρι βαίνουν άνισες για τα πρώτα, γεμίζοντας την θάλασσα με μελάνια.
Κοντά στα άλλα και οι φώκιες να κάνουν πάρτυ αφήνοντας μας με άδεια χέρια.
Δυστυχώς έχοντας ελάχιστο χρόνο το πρωί, οι καλύτερες θεωρητικά ώρες περνάνε ανεκμετάλλευτες, βρίσκοντάς με να κάνω υπολογισμούς για το πόσο φορτίο έχουμε βάλει στο πλοίο, αλλά και πόσα ψάρια έχω χάσει…
Το απογευματάκι έχοντας λίγο χρόνο διαθέσιμο κάτι μέσα μου με τρώει και αρχίζω και φτιάχνω τα αγκιστράκια μου δοκιμάζοντας νέους κόμπους.
Παραμένοντας πιστός στις αρχές μου τελικά τα δένω πατροπαράδοτα κι ανάποδα απ ότι θα έπρεπε, με το περίσσευμα από πάνω, στον φόβο ότι αν πέσει το καλό τα άλλα δεν θ αντέξουν…
Τα αγκιστράκια μου κλασικά gamakatsu αγορασμένα στην ιαπωνία μέγεθος 12
Εκείνη την ώρα ένας εργάτης τρελός κι αυτός με το ψάρεμα που με έβλεπε να μου λέει ότι αυτά είναι πολύ μικρά για τα ψαράκια που κυκλοφοράνε, κι εγώ να αντικρούω βασισμένος στα ήδη παλαιότερα δοκιμασμένα gamakatsu.
Έτσι σε λίγη ώρα βρέθηκα να περνάω πετονιά (για όσους με γνωρίζουν δεν θα προκαλέσει αίσθηση,) trilene, big game, στον ολοκαίνουριο μηχανισμό Shimano Sphero 14000 και μαζί να αρματώνω το νέο μου απόκτημα καλάμι xtreme rock fishing, 3 στελεχων, 3,90 .
Αγορασμένα όλα με την ψυχή στο στόμα, στο προηγούμενο λιμάνι μεταξύ επίσκεψης σε γιατρό για το πληγωμένο μου δάχτυλο, και την επιστροφή στο πλοίο, σε ρυθμούς αγοράς σοκολάτας… μπήκα είδα πήρα κι έφυγα όντως μη προετοιμασμένος για πολλά. Η ώρα περνάει και απόφαση για να το ρίξω δεν γίνεται, οπότε κατά τις 1730 ακούγεται η φωνή του καπτα-Νικόλα..<<Γιώργη ετοίμασε πετονιές να πάμε στην πλώρη να δοκιμάσουμε, κατεβαίνω σε λίγο…>>
¶λλο που δεν ήθελα, μαζεύω τα καρούλια κι αρχίζω να φτιάχνω νέες αρματωσιές αλλάζοντας τα αγκίστρια και τα βαρίδια σε λίγο μεγαλύτερα μιας και πραγματικά τώρα θα γινόντουσαν ‘πεταχτάρια’.
Σε λίγο είμαι έτοιμος και δεν κρατιέμαι πλέον, ο ‘κιτρινιάρης’ μου έχει βγάλει δόλωμα, κλασικό καλαμάρι, που ευτυχώς ακόμα δεν το έχει κάψει το ψυγείο και περιμένω τον καπτα Νικόλα στην σκάλα.. το τηλέφωνο απαραίτητο και ξεκινάμε με ελπίδες και γέλια…Έχοντας φτάσει πια στην άκρη του μόλου να κι ο Βασίλης που προσφέρετε να βοηθήσει….(λίγα λόγια για τον Βασίλη: είναι αυτό που λέμε από την φύση του το λιγότερο γκρινιάρης, δηλαδή σε σημείο να πιστεύω ότι αυτοί που σκέφτηκαν τον χαρακτήρα του γκρινιάρη στους 7 νάνους και στα στρουμφάκια, δεν μπορεί!!! πρέπει να τον ήξεραν!!!…
Το γεγονός βέβαια ότι άμα έρθει η ώρα θα σου δώσει και το σώβρακο και ότι είναι άνθρωπος που έχει δουλέψει πολύ στην ζωή του, καθώς και το ότι χωρίς δούλεμα και πλάκα δεν μπορούσε, αντιστάθμιζε τα υπόλοιπα…
¶ ναι και ‘ανοιχτοχέρης’ ο Βασίλης…μέχρι που έχει καταργήσει και τις τσέπες…σε τέτοιο σημείο… μην τυχών και ξεχαστεί και βάλει το χέρι μέσα…) Με το που ξεκινήσαμε λοιπόν εγώ διάλεξα το μικρό καρούλι με περαστό βαρίδι και μονάγκιστρο παράμαλλο μήκος μόλις μισό μέτρο και αφού το δόλωσα το έριξα κάπου στα 20 με 30 μέτρα, άλλωστε αυτή την απόσταση μας είχαν υποδείξει.
Ο καπτα Νικόλας πήρε το μεγάλο καρούλι με παράμαλλο στην μια οργιά και ξεκίνησε χωρίς βαρίδι, αλλά λόγω του αέρα προσφέρθηκα να δοκιμάσω εγώ στο πέταγμα στέλνοντας το αρχοντικό δόλωμα στα 15 μέτρα μόλις..
Κι ενώ σκεφτόμουν το μάζεμα και τη τοποθέτηση περαστού βαριδιού, κάτι μου γαργάλησε το χέρι….βρε τι έχουμε εδώ?…. γυρνάω στον καπτα Νικόλα και δίνοντας την πετονιά του λέω ‘τσιμπάει και φαίνεται καλούτσικο…άστο να το καταπιεί και μόλις πάει να την κάνει.. ξέρεις εσύ’ κι αρχίζω να δολώνω τα αγκιστράκια του καλαμιού κάνοντάς τα μπάνιο με μια βολή όχι πάνω από 40-50 μέτρα κι αυτή απλά για να πάω λίγο πιο μακριά μιας και ξέραμε απόσταση αλλά όχι την μορφολογία του βυθού και αποφεύγοντας τα σκαλώματα προς τα δεξιά για τα οποία είχαμε πληροφορίες. Μέχρι να ηρεμίσει η πετονιά Κι ενώ πάω να φύγω μου λέει ο καπτα Νικόλας ‘πήρε 2 μέτρα, καρφώνω’
Κάρφωσ’ το και καλή αρχή, απαντάω, ξέροντας ότι απ το Κατάνα αγκίστρι…(καστρινέ ακόμα σε θυμάμαι και δύσκολα θα ξεχάσω) δεν φεύγει ψάρι.
Σε δευτερόλεπτα ένας αξιοσέβαστος σολομός ήρθε να μας κάνει παρέα με τα πρώτα χαμόγελα ελπίδας για κάτι καλύτερο να κάνουν την εμφάνισή τους. ήδη μετά από λίγο άρχισαν να κουνιούνται και να παίρνουν δρόμο τα μικρά καρούλια με αποτέλεσμα να έρθουν κοντά μας τα πρώτα κόκκινα, και τον μπίλλυ να αρχίζει το δικό του σόου, λέγοντας ‘στά ‘λεγα εγώ καπτά γιώργη, εδώ μόνο μικρά έχει ίδια μ αυτά που πιάνεις και στο βαπόρι, τι ήρθαμε εδώ πέρα?
Και να συνεχίζει με τέτοια αγκιστράκια τι ψάρια θες να πιάσεις? Και το κορυφαίο (όπως αποδείχτηκε εκ του αποτελέσματος, καλά το καλάμι τι το έφερες? Σιγά μην πιάσεις ψάρια μ αυτό…
Τώρα είναι και να σε θέλει ρε παιδί μου, να σ΄ έχει βάλει σημάδι που λένε..μιας και η απάντησή μου μην μπορώντας να τον αφήσω έτσι ήταν…’ρε βλάχο που έμαθες εσύ από ψάρεμα? Ένα θα σου πω…το καλάμι θα βγάλει πάντα το μεγαλύτερο ψάρι, αρκεί να έχεις υπομονή…’ (κι ας έχω φάει μερόνυχτα να περιμένω το καλό κομμάτι στην πατρίδα, που τις περισσότερες φορές δεν έρχεται ποτέ.. και όχι πάντα γιατί δεν υπάρχει, αλλά απλά γιατί δεν έχει ακόμα αποφασίσει να γίνει εκλεκτός μεζές.)
κι ενώ έχω ήδη βάλει στην χοντρή περαστό βαρίδι μιας κι ο αέρας άρχισε να θυμώνει λίγο παραπάνω κάνοντας αδύνατη την ρίψη πιο μακριά απ τα 5 μέτρα στην κόντρα (απ την άλλη βλέπεις ήταν το πλοίο) ο Βασίλης με φωνάζει ότι κάτι τραβάει το καρούλι που είχα στο κεφάλι του μόλου. Το πιάνω και του λέω τράβα ρε μικρό είναι, το φέρνει πάνω, κι άλλο ένα κοκκινάκι προστίθεται στα άλλα, παίρνω το αγκίστρι να δολώσω κοντά στην μπίντα που είχαμε τα μαχαιροπήρουνα και ξαφνικά βλέπω την πετονιά του καλαμιού να με προσπερνάει από τον αέρα έχοντας πάρει μπόσικα…
μπα λέω αν δυναμώσει κι άλλο θα πρέπει ν αλλάξω το βαρίδι και που να βρω τώρα βαρίδι άγκυρα? και δοκιμάζω χωρίς να το βγάλω να πάρω τα μπόσικα, έχοντας ακόμα το δόλωμα στα χέρια μου, παίρνω λίγα και συνεχίζω το κόψιμο του δολώματος οπότε σαν σε dvd ακούω την πιο γλυκιά μουσική των τελευταίων μηνών…
τα φρένα του καλαμιού κελαηδάνε χτυπώντας ταυτόχρονα αναρίθμητα καμπανάκια στο μυαλό μου και στην σκέψη μου. Το καλάμι στα χέρια προσπαθώντας να καταλάβω το μέγεθος. Το πρώτο του φευγιό τελειώνει και αρχίζω την προσπάθεια να το φέρω κοντά. Ο Μπίλλυς αρχίζει το κελάηδισμα.. ‘ρε κάνας παλιοκαρχαρίας είναι..’
κι εγώ βλέπω ότι είναι ώρα ν αρχίσω να σφίγγω λίγο τα φρένα με την ελπίδα να μην με προδώσει ο καινούριος εξοπλισμός. Είναι απίστευτο το τι περνάει απ το μυαλό μας σε τέτοιες καταστάσεις, αλλά εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν αν θ αντέξει το καλάμι την πίεση στην επόμενη προσπάθεια του ψαριού να ξεφύγει… ούτε την πετονιά αν θ αντέξει, ούτε το μηχανάκι… άλλωστε πια είχα μάθει να κοντρολάρω τις πετονιές και τον ενθουσιασμό μου, χάνοντας πολλά καλά κομμάτια παλαιότερα με καλύτερα εργαλεία. Στο καλύτερο φευγιό του ψαριού κατάλαβα ότι το μέγεθος του είναι πολύ καλό και άρχισα να φωνάζω στον μπίλλυ και στον καπτα Νικόλα ΄θα χρειαστεί απόχη για να βγει δεν θ αντέξει η πετονιά είναι μεγάλο…’
κι ενώ εγώ δίνω την δική μου μάχη με το ψάρι, αρχίζει ο μπίλλυς ‘έλα ρε σεις για ένα παλιοκαρχαρία θα πάω να φέρω την απόχη? Ρε κάνα παλιόψαρο είναι ρε..’
κι ενώ εμένα πια έχει αρχίσει να με πονάει η κλείδα από την κόντρα του ψαριού, ο καυγάς δίπλα μου κρατάει για τα καλά μέχρι που αρχίζει να κοκκινίζει η θάλασσα στο πρώτο του ανέβασμα. Τότε ως δια μαγείας ο μπίλλυς με τα σχετικά μπινελίκια βέβαια γίνεται 200αρης φεύγοντας για την απόχη που ως συνήθως δεν είχαμε πάρει μαζί κι εγώ να σκέφτομαι ότι μέχρι να το φέρω πάνω όλο και κάνας ‘παλιοκαρχαρίας θα μου το φάει….
Αλλά μέχρι τότε το ψάρι έχει άλλα σχέδια κι αποφασίζει να δοκιμάσει εμένα και τα εργαλεία για τελευταία φορά με όλη του την δύναμη, δύναμη από τον φόβο των δικών μας φωνών, του πόνου από το αγκίστρι, αλλά και σίγουρα την θέα του μπετόν που σαν τοίχος έχει αρχίσει να φαίνεται στα 10 μέτρα πια.
Τα φρένα σφυρίζουν και η παραβολή του καλαμιού τόση που σχεδόν έχει φέρει την μύτη κάτω από το κράσπεδο προς την θάλασσα. Στα δευτερόλεπτα αυτά νοιώθω το αίμα να κυλά πιο γρήγορα και την αδρεναλίνη να με πλημμυρίζει, αλλά ταυτόχρονα να καθαρίζει και το μυαλό μου ώστε να ρυθμίζω τα φρένα σιγά σιγά και να του κόβω ταχύτητα, σε λίγο κουράζεται και αρχίζω να το φέρνω με σχετική άνεση περιμένοντας απλά τις τελευταίες του σπασμωδικές κινήσεις μέχρι να το ξενερίσω.
Κατά περίεργο τρόπο δείχνει να έχει παραδοθεί στην μοίρα του και βγαίνει πάνω 4 με 5 μέτρα μακριά δείχνοντάς μας την αρχοντιά του.
Με το ένα μάτι στο ψάρι και το άλλο δεξιά μου δεν βλέπω πουθενά τον μπίλλυ και με πιάνει σύγκρυο στην υποψία του γνωστού πια ΄παλιοκαρχαρία’ που θα μου αρπάξει το ψάρι πριν το πιάσω στα χέρια μου…
Αρχίζω και λέω φωναχτά την σκέψη μου λέγοντας ταυτόχρονα στον καπτα Νικόλα που παρακολουθεί κι εκείνος μαγεμένος το ψάρι, ότι θα το πάω κοντά στην σκάλα που έχει εκεί και θα κατέβω να το πιάσω.
Μια τελευταία προσπάθεια διαφυγής ήταν αναμενόμενη και αντιμετωπίστηκε με σχετική ευκολία για το μέγεθός του ψαριού δίνοντάς μου την ευκαιρία να διαπιστώσω την εξάντλησή του και κάνοντας έτσι απαραίτητο το συνεχές φερμάρισμα της πετονιάς από μέρους μου ώστε να μην το αφήσω να ξαναβάλει το κεφάλι μέσα κι από τις 2 πλευρές.
Φτάνοντας στην σκάλα λέω στον καπτα Νικόλα, <κράτα το καλάμι να κατέβω>
Κι εκείνος απαντά βγάζοντας το μπουφάν του ταυτοχρόνως, <Γιώργη δεν ξέρω από καλάμια, και θα μου φύγει, αλλά από απόχιασμα ξέρω> και καταβαίνει στο δευτερόλεπτο την σκάλα.
Το φέρνω καρφί από κάτω του, και εκείνος το αρπάζει στη κυριολεξία με το δεξί χέρι από τα μάγουλα.
Του λέω να περιμένει να κατέβω να μου το δώσει, και κατεβαίνω ακριβώς από πάνω του αλλά λόγω βάρους δεν μπορεί να το σηκώσει πιο πάνω και για να μην πέσει από την σκάλα το περνάει από μέσα και το πιάνει αγκαλιά και μου λέει…
Γιώργη τώρα δεν πάει πουθενά, ανέβα πάνω και φέρε την απόχη, αλλά ρίξε και καμιά ματιά μην έχει κάνα «σκύλο» κοντά…
Ανεβαίνοντας την σκάλα βλέπω τον γνωστό πια μπίλλυ να έρχεται τρέχοντας με την απόχη και το ιβιλάι στον ώμο, του κάνω νόημα να έρθει πιο γρήγορα και σε λίγο το ψάρι έχει έρθει να μας κάνει συντροφιά πάνω στον ντόκο, κρεμασμένο από την πετονιά που του είχε περάσει ο μπίλλυς για να το καμαρώνουμε όλοι, μαζί με την υπόλοιπη ψαριά.
Δεν πέρασε πολύ ώρα κι ενώ είμαστε καθισμένοι στην άκρη του ντόκου περιμένοντας το επόμενο χτύπημα (που δεν ήρθε την επόμενη μισή ώρα) σχολιάζοντας όλο αυτό που ζήσαμε μαζί…ο βασίλης σχολιάζει…
ΡΕ ΚΑΠΤΑ ΓΙΩΡΓΗ ΔΕΝ ΤΟ ΒΛΕΠΕΙΣ ΤΟ ΨΑΡΙ? ΚΑΤΑΡΑΚΤΗ ΕΧΕΙ .. ΓΙΑΤΙ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΟΤΙ ΤΟ ΠΙΑΣΕΣ?...
Ε, κάπου εκεί αρχισαν οι φάπες και αποφασίσαμε σιγά σιγά να τα μαζεύουμε..
Το πιο πάνω αφιερώνεται εξαιρετικά…
στον καπτά νικόλα … και στην τεράστια αγκαλιά του που για μερικά λεπτά κράταγε το θήραμα κρεμασμένος πάνω στην σκάλα….
Και τον μπίλλυ που πάντα τον έχω στην καρδιά μου…όχι μόνο για την ψαρευτική ατάκα που μου χάρισε, αλλά και όσα ακολούθησαν και προηγήθηκαν και είναι πάρα πολλά..
Αλλά αυτά χρειάζομαι βιβλίο για να τα γράψω…
Το παρών έχει αναρτηθεί και στο blog ψαρεύω – ψαρεύεις?
http://emmylito.pblogs.gr/2009/04/to-psari-eihe-katarakth.html
george kalarakis